Wednesday, November 29, 2006
Πύργος, Τετάρτη 29 Νοεμβρίου 2006
Αμαλιάδα, Πέμπτη 30 Νοεμβρίου 2006

Μίκης Θεοδωράκης - Ζορζ Μουστακί: Είμαστε δυο
1970, ντοκιμαντέρ, 16 mm, έγχρωμη, 20΄ (2η βερσιόν 15΄)

Τραγούδια της φυλακής, στο Παρίσι. Ο Μίκης, ελεύθερος πλέον, φεύγει από τη φυλακή του Ωρωπού και φτάνει στο Παρίσι με το αεροπλάνο του Ζ. Ζ. Σερβάν-Σερμπέρ. Το ίδιο βράδι, μαζί με τον Ζορζ Μουστακί, μεταφέρει στα γαλλικά τα τραγούδια που έγραψε στη φυλακή. Η κάμερα τους ακολουθεί. Πρόκειται για μια εξαιρετική στιγμή της ζωής των δυο καλλιτεχνών.

Σενάριο: Ροβήρος Μανθούλης
Φωτογραφία: Raymond Grosjean
Μοντάζ: Dominique Colonna
Παραγωγή: ORTF

  • Ταινία για το τηλεοπτικό μαγκαζίνο «Στην Αφίσα του Κόσμου» και τη σειρά «Τα Μπλουζ του 20ου αιώνα» της Γαλλικής Τηλεόρασης (ORTF).
 
posted by ΕΛΜΕ Ν. Ηλείας at 8:54 AM | 0 comments
Πύργος, Τετάρτη 29 Νοεμβρίου 2006
Αμαλιάδα, Πέμπτη 30 Νοεμβρίου 2006

Η Μελίνα στο Παρίσι
1968, ντοκιμαντέρ, 16 mm, ασπρόμαυρη, 20΄

Εκπομπή για την εξορία και πώς διαδίδει τη μουσική του κυνηγημένου Μίκη.
Η Μελίνα Μερκούρη έχει μόλις φύγει από το μιούζικαλ «Ίλια ντάρλινγκ», που έπαιζε στο Μπροντγουέι και εγκαθίσταται στο Παρίσι, όπου επαναλαμβάνει, περιτριγυρισμένη από τους μουσικούς του Μίκη Θεοδωράκη, τα τραγούδια που της στέλνει κρυφά από την Ελλάδα ο Μίκης

Σενάριο: Ροβήρος Μανθούλης
Φωτογραφία: Raymond Grosjean
Μοντάζ: Dominique Colonna
Παραγωγή: ORTF

  • Ταινία για το τηλεοπτικό μαγκαζίνο «Στην Αφίσα του Κόσμου» της Γαλλικής Τηλεόρασης (ORTF).


Παρουσίαση της ταινίας "Η Μελίνα στο Παρίσι"



 
posted by ΕΛΜΕ Ν. Ηλείας at 8:41 AM | 0 comments
Πύργος, Τετάρτη 29 Νοεμβρίου 2006
Αμαλιάδα, Πέμπτη 30 Νοεμβρίου 2006

Ο Ελληνικός εμφύλιος πόλεμος / La Guerre Civile Grecque
1997, ντοκιμαντέρ, BETA SP, έγχρωμη, 55΄

Μια αφήγηση συγκινητική και χωρίς παραχωρήσεις για μια από τις πιο ζοφερές περιόδους της νεότερης ελληνικής ιστορίας με συνεντεύξεις πρωταγωνιστών, ιστορικών κ.ά. Μιλούν οι: Μανώλης Γλέζος, Χαρίλαος Φλωράκης, στρατηγοί του Εθνικού Στρατού Κουμανάκος, Σοφοκλής Τζανετής, Κωνσταντίνος Κόρκας, αξιωματικοί του ΕΛΑΣ και του Δημοκρατικού Στρατού Βασίλης Βενετσανόπουλος, Αλέκος Παπαγεωργίου, Στέφανος Παπαγιάννης, αντάρτισσα Κατίνα Δημητρίου-Ψαριανού, Μάνος Ζαχαρίας, Φίλιππος Ηλιού, Βάσος Μαθιόπουλος, Αλέξανδρος Ζαούσης, Μάριος Πλωρίτης κ.ά.

Σε συνεργασία με τους Κωνσταντίνο Μωριάτη και Πάνο Καραμπίνη
Σενάριο: Ροβήρος Μανθούλης
Αποσπάσματα από το φιλμ του Δημοκρατικού Στρατού «Η Αλήθεια για τα παιδιά της Ελλάδας» των Μάνου Ζαχαρία και Γιώργου Σεβαστίκογλου
Φωτογραφία: Γιάννης Έξαρχος
Ήχος: Παναγιώτης Κάβουρας
Μοντάζ: Brigitte Dorness
Μουσική: Λουκιανός Κηλαηδόνης
Documentalistes: Joan Yoshiwara (Washington), Antonio Cecchi (Ρώμη), Pavlos Pavlidis (Λονδίνο), Πάνος Καραμπίνης (Γαλλία, Ελλάδα)
Παραγωγή: NET / ARTE / YGREC Productions, Paris, με την υποστήριξη του EURIMAGES, του Γαλλικού Κέντρου Κινηματογράφου (CNC) και του Γαλλικού Υπουργείου Πολιτισμού
  • Ειδικό Βραβείο της Κριτικής Επιτροπής στο Διεθνές Φεστιβάλ Τηλεοπτικών Προγραμμάτων (F.I.P.A.) του Μπιαρίτζ το 1997.
  • Η εξάωρη βερσιόν «Βίοι Παράλληλοι του Εμφυλίου» πήρε το ετήσιο βραβείο καλύτερης εκπομπής πληροφόρησης στην Ελλάδα το 1997.
  • Όταν η ταινία μεταδόθηκε για πρώτη φορά, η ΕΡΤ δέχτηκε περί τα 2.000 τηλεφωνήματα τηλεθεατών που ζητούσαν την επανάληψή της και (για πρώτη φορά στην ιστορία της ελληνικής τηλεόρασης) ξαναπαίχτηκε σε 3 μέρες.
Κριτικές
ΜΙΑ ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΤΗΛΕΘΕΑΤΡΙΑΣ (Επιστολή στην ΕΡΤ της 14ης Φεβρουαρίου 1997)
Μεταδώσατε μια εκπομπή για τον Εμφύλιο. Υπάρχει μια σκηνή που δείχνει μια αντάρτισσα πάνω στ’ άλογο. Αυτή η κοπέλα είμαι εγώ σε ηλικία 18 χρονών. Σήμερα είμαι 67. Ήμουν στο αντάρτικο του Αγίου Γερμανού και αυτή η σκηνή γυρίστηκε κοντά στα χωριά της περιοχής των Πρεσπών. Έζησα όλη την Κατοχή και τον Εμφύλιο, στην παιδική και την εφηβική μου ηλικία και έζησα 36 χρόνια στην Τασκένδη. Έφυγα από την Ελλάδα σε ηλικία 19 χρονών και όταν γύρισα ήμουν 56. Βλέποντας αυτήν την ταινία, τα δάκρυα μου τρέχανε από την αρχή μέχρι το τέλος. Σ’ αυτήν την ταινία είναι κλεισμένη όλη μου η ζωή.
Ταμάρα

ΤΑ ΝΕΑ
Η μετάδοση χθες του ιστορικού ντοκιμαντέρ «Ο Ελληνικός Εμφύλιος Πόλεμος» ήταν ένα γεγονός πολυδιάστατο πρωταρχικής σημασίας και χωρίς προηγούμενο στην ιστορία της εθνικής μας τηλεόρασης. Δίπλα στο «Πεθαίνοντας στη Μαδρίτη» του Γάλλου σκηνοθέτη Φρεντερίκ Ροσίφ, έχουμε τώρα για τον δικό μας εμφύλιο το φιλμ του Ροβήρου Μανθούλη. Αντικειμενική και συγκινητική, χωρίς ποτέ να καταφύγει στο μελόδραμα, η εξιστόρηση του εμφυλίου σπαραγμού με πρόλογο, αρχή, μέση και τέλος παίρνει τις διαστάσεις ενός μάταιου έπους που σου λυγίζει την καρδιά. Ο Ροβήρος Μανθούλης ελέγχει το υλικό του και ο πόνος που βγαίνει από τις εικόνες συνοδεύεται από μια παράλληλη διαδικασία μπρεχτικής αποστασιοποίησης. Το μέτρο, η σεμνότητα, η αίσθηση της ακρίβειας και της οικονομίας στην αφήγηση βαδίζουν αρμονικά με μια μοντέρνα κινηματογραφική γραφή. Πρόκειται για την σχέση που έχει ένας μετρ με τις εικόνες του και όχι για την υποδούλωση του ντοκιμαντερίστα δημιουργού στην τυραννία του –πράγματι θαυμάσιου– αρχειακού υλικού. Ένα υπέροχο φιλμικό δημιούργημα που τιμά την κρατική τηλεόραση και όσους πάσχισαν για την αρτιότητά του με αίσθημα ευθύνης και σεβασμού απέναντι στην ιστορία του βασανισμένου αυτού τόπου.
Μαρία Παπαδοπούλου

ΤΑ ΝΕΑ
Χρωστάμε ευγνωμοσύνη στον Ροβήρο Μανθούλη για την σχολαστική έρευνα και τα σπάνια ντοκουμέντα. Για την λιτή και απέριττη γραφή, για το μέτρο με το οποίο αφηγείται μια ιστορία τόσο σπαρακτική, χωρίς να την εξευτελίζει με εύκολους συναισθηματισμούς. Θα του χρωστούσαμε ευγνωμοσύνη έτσι κι αλλιώς μόνο και μόνο για τις εικόνες, τους ήχους και τις μαρτυρίες που μας παρέδωσε, με καθυστέρηση μισού αιώνα. Αλλά ο Ροβήρος Μανθούλης έβαλε πολύ ψηλά την μπάρα, έθεσε άλλο μέτρο για την αξία αυτού του ντοκιμαντέρ: να προστατεύσει την αλήθεια από το βάρος του φορτίου της γνώσης. Η αξία του έγκειται ακριβώς στην θαυμάσια ισορροπία ανάμεσα στην ιστορική γνώση και στην αλήθεια.
Παύλος Τσίμας

ΤΟ ΒΗΜΑ
Η κάμερα του Ροβήρου Μανθούλη σημειώνει, υπογραμμίζει, αναλύει και υπενθυμίζει όλα όσα διαδραματίστηκαν στην περίοδο 1944-1949. Το πλούσιο αρχειακό υλικό και τα ντοκουμέντα σε συνδυασμό με την ποιητική αφήγηση δίνουν το στίγμα του ντοκιμαντέρ. Οι πρωταγωνιστές, τα γεγονότα, τα κράτη που έπαιξαν ρόλο, η βία, όλα τα στοιχεία της σύγχρονης ιστορίας, έχουν ενταχθεί σ’ αυτό το φιλμ του Ροβήρου Μανθούλη.

ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ
Μια συγκλονιστική καταγραφή μιας ολόκληρης εποχής. Ο Ροβήρος Μανθούλης είδε με ψυχραιμία, αντικειμενικότητα και μέσα από μαρτυρίες και τεκμηριωμένα ιστορικά στοιχεία τα ταραγμένα εκείνα χρόνια, σ’ ένα ντοκιμαντέρ που επιβάλλεται να το δουν όλοι οι Έλληνες.
Γ.Τ.

ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Η πραγματικότητα της πλάνης. Φως σε μια πικρή σελίδα της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας, χωρίς αναζήτηση ενοχών και εύκολων ερμηνειών. Αντιπαραθέτοντας τις αφηγήσεις αξιωματικών του ΕΛΑΣ και του Εθνικού Στρατού, οι οποίοι βρέθηκαν αντιμέτωποι τις ώρες του αλληλοσπαραγμού, αφήνει την πίκρα να αναβλύσει αβίαστα, ακόμη και από τις πιο ψύχραιμες περιγραφές.
Πόπη Διαμαντάκου

TÉLÉRAMA
Ο Μανθούλης περιγράφει με σχολαστικότητα και πάθος τα στάδια μιας απελευθέρωσης που κατασχέθηκε. Καταφέρνει, με άκρα προσοχή, να δώσει παλμό στη μνήμη των νικημένων. Αυτά τα τραγούδια, αυτές οι μαρτυρίες, αυτά τα μονοπάτια που ανεβοκατέβαιναν άλλοτε οι πεινασμένοι και διψασμένοι πολεμιστές, αυτά τα καταπληκτικά αρχεία μιλάνε, μισό αιώνα αργότερα, για τον πόνο, τις χαμένες ελπίδες, την πίκρα του να έχεις γίνει ένα πιόνι στη διεθνή σκακιέρα. Στο υψηλού επιπέδου Διεθνές Φεστιβάλ Τηλεοπτικών Προγραμμάτων του Μπιαρίτζ, βραβεύονται οι ταινίες του γαλλο-γερμανικού καναλιού ARTE. Η μεγαλειώδης τοιχογραφία του Ροβήρου Μανθούλη για τον Ελληνικό Εμφύλιο Πόλεμο είναι η απόδειξη.
Agnès Bozon-Verduaz

LE MONDE
Ελλάδα 1946. Οι μαρτυρίες συνοδευόμενες παράλληλα από τα ντοκουμέντα, τα τραγούδια και τους ύμνους, που ζωντανεύουν τις ανθρώπινες φωνές πέρα από τη βοή των μαχών, όλα αυτά συνθέτουν τον φόρο τιμής σ’ ένα κατασχεμένο όνειρο που μόλις και μετά βίας νομιμοποιήθηκε το 1982 από μια συζήτηση στην ελληνική Βουλή. Το πρώτο αυτό εργαστήρι του ψυχρού πολέμου άξιζε όλες εκείνες τις παλλόμενες από συγκίνηση σκηνές που επέλεξε ο Ροβήρος Μανθούλης για να θυμίσει ένα λησμονημένο επεισόδιο της Ιστορίας και να αποδώσει μια νομιμότητα ή, καλύτερα, μια μνήμη σε μια γενναιόδωρη περιπέτεια που η επίσημη ιστορία διστάζει να αποδεχτεί. Μια ταινία που είναι επίσης μια πράξη αντίστασης απέναντι στη λήθη.
Philippe-Jean Catinchi

MÉDIAS
Αυτή η εξαίρετη δουλειά του Ροβήρου Μανθούλη, σκηνοθέτη τόσο του κινηματογράφου όσο και της γαλλικής τηλεόρασης, για την οποία έχει γυρίσει 80 ταινίες, πήρε το Ειδικό Βραβείο της Κριτικής Επιτροπής στο τελευταίο F.I.P.A., του 1997.

LE NOUVEL OBSERVATEUR
Εγκαταλελειμμένοι από τον Στάλιν, κυνηγημένοι από τον Τσόρτσιλ, οι Έλληνες δημοκράτες πλήρωσαν τα σπασμένα της πρώτης σύγκρουσης του ψυχρού πολέμου. Που ήταν μια τρομαχτική πλάνη, μια ασυγχώρητη προδοσία, ένας κυνισμός πέρα για πέρα αποκρουστικός. Ο δε Τσόρτσιλ διηύθυνε προσωπικά τις πολιτικές και στρατιωτικές επιχειρήσεις ενός εκστρατευτικού σώματος που συμπεριφέρθηκε σαν αληθινός στρατός κατοχής σ’ αυτήν την Ελλάδα που είχε απίστευτα αντισταθεί στους Ναζί. Μισό αιώνα αργότερα, το άνοιγμα των αρχείων του Φόρεϊν Όφις και του Κομμουνιστικού Κόμματος, μαζί με τις μαρτυρίες αυτών που επέζησαν, αποκαλύπτουν τον εμφύλιο πόλεμο στην Ελλάδα 1946-1949, στην πιο σκληρή του όψη.
Henri Guirchoun
 
posted by ΕΛΜΕ Ν. Ηλείας at 8:20 AM | 0 comments
Monday, November 27, 2006
Πύργος, Τρίτη 28 Νοεμβρίου 2006
Lilly’s Story
2002, μυθοπλασία, 35 mm, έγχρωμη, 130΄

Αυτή η ταινία διηγείται τις αλλόκοτες περιπέτειες μιας κοινότητας πολιτικών εξορίστων οι οποίοι έχοντας διαφύγει κατά καιρούς στο εξωτερικό, βρίσκονται διασπαρμένοι σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες περιπλανώμενοι «σε Ανατολή και Δύση» από τις δυο πλευρές ενός παράλογου «παραπετάσματος».

Σενάριο: Ροβήρος Μανθούλης
Φωτογραφία: Νίκος Καβουκίδης
Μουσική: Νίκος Μαμαγκάκης
Μοντάζ: Γιώργος Χελιδονίδης
Ήχος: Νίκος Παπαδημητρίου
Μιξάζ: Κώστας Βαρυμποπιώτης
Σκηνικά-Κοστούμια: Δώρα Λελούδα
Παραγωγή: YGREC Productions, Paris
Ερμηνείες: Bruno Putzulu, Juliette Andrea, Γιώργος Βογιατζής, Μηνάς Χατζησάβας, Όλια Λαζαρίδου κ.ά. Guest star: Anna Galiena και Θανάσης Βέγγος.

  • Επίσημη Συμμετοχή στο Φεστιβάλ Βενετίας 2002.
  • «Το 1972 επρόκειτο να γυρίσω μια ταινία αμερικανικής παραγωγής με παραγωγό τον Ζυλ Ντασέν και πρωταγωνίστρια την Μελίνα, με τίτλο Lilly’s Story. Μετά από ένα χρόνο προετοιμασίας, το γύρισμα ακυρώθηκε γιατί η μεν εταιρία διαλύθηκε ο δε Τσαουσέσκου απαγόρευσε το γύρισμα της που επρόκειτο να γίνει στη Ρουμανία. (Εκείνη την εποχή υπέγραψε ένα Σύμφωνο Φιλίας και Αμοιβαίας Εμπορικής Συνεργασίας με τον Παπαδόπουλο, επρόκειτο μάλιστα να επισκεφτεί την Ελλάδα στις 17 Νοέμβρη του 1973. Την επίσκεψη ματαίωσαν οι φοιτητές του Πολυτεχνείου...). Τις περιπέτειες εκείνης της εποχής περιγράφει η σημερινή ταινία, με τον ίδιο τίτλο»
P.M.
Κριτικές

VARIETY του Los Angeles
Νοσταλγική ανάμνηση που ασχολείται με μια περίοδο της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας, τότε που η στρατιωτική χούντα ανάγκασε πολλούς διανοουμένους και αριστερούς να εξοριστούν, το «Lilly’s Story» είναι μια παλινδρομική αλλά βαθειά αισθαντική υπόμνηση για το πώς είχαν τότε τα πράγματα. Με κεντρικό θέμα την ετοιμασία μιας ταινίας που δεν έγινε ποτέ και την εξερεύνηση των προσωπικών αναμνήσεων του σεναριογράφου-σκηνοθέτη Ροβήρου Μανθούλη, το καλοφτιαγμένο κι ευχάριστο αυτό φιλμ θα προκαλέσει το έντονο ενδιαφέρον, ιδιαίτερα, των απανταχού Ελλήνων. To «Lilly’s Story» καλύπτει πολύ έδαφος με άνετο τρόπο, αν και το ευρύτερο διεθνές κοινό ενδιαφέρεται για πιο επείγοντα θέματα. Η υψηλού επιπέδου φωτογραφία του Νίκου Καβουκίδη χρησιμοποιεί τοπία από διάφορες ευρωπαϊκές χώρες. Ένα απόσπασμα από την ταινία του Κώστα Γαβρά «Οι δολοφόνοι του Βαγκόν-Λι» αποτελεί τον φόρο τιμής της σημερινής ταινίας στους εξόριστους κινηματογραφιστές της παλαιότερης εκείνης δύσκολης εποχής.
David Siraiton
(Ανταπόκριση από το Φεστιβάλ Βενετίας)

ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ
Η ταινία του Ροβήρου Μανθούλη «Lilly’s Story» βασίζεται σε πραγματικά περιστατικά και διηγούμενη την ιστορία μιας ταινίας που δεν γυρίστηκε ποτέ, διασχίζει το σώμα της ελληνικής ιστορίας σ’ ένα δύσκολο σημείο του. Το «Lilly’s Story» έχει ένα καταρχήν γοητευτικό πλεονέκτημα, δεν είναι μόνο μια ιστορία. Παράλληλα με την ιστορία της Λίλης υπάρχουν και άλλες ιστορίες με ειδικά κέντρα βάρους. Η ερωτική σχέση του αφηγητή με τη Μαρίνα δίνει αφορμή στον Μανθούλη να μιλήσει για τη γυναίκα και τον έρωτα σε ασφυκτικές συνθήκες (και να γυρίσει μερικές έξοχες ερωτικές σκηνές). Η τηλεόραση, ως ένα υπνωτικό στοιχείο με διαρκή χιόνια, είναι επίσης μέρος του σκηνικού και εξαιτίας της γίνονται όλες οι εξομολογήσεις. Πάνω απ’ όλα όμως είναι η μοίρα και η πορεία των Ελλήνων της διασποράς και της «εμιγκράτσιας» σε όλο τον κόσμο, που διωγμένοι, κυνηγημένοι, απάτριδες, δεν έχουν ξεχάσει τον τόπο τους και προσπαθούν μέσα στη Βαβέλ της νέας τους ζωής, μέσα στην «ουδέτερη ζώνη» που είναι να βρουν τη δική τους εσπεράντο, τους δικούς τους κώδικες, που θα τους επιτρέψουν να συνεχίσουν να υπάρχουν με αξιοπρέπεια και γνώση. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε πως στο «Lilly’s Story» μιλούνται τουλάχιστο επτά γλώσες!
Τάσος Ρέτζιος

ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ
Συνολικά, πρόκειται για μια ταινία που σε αγγίζει με την ειλικρίνεια και τη ζεστασιά της, την αίσθηση της νοσταλγίας για τη «χαμένη» πατρίδα, αλλά και το χιούμορ που δίνει μια ανάσα στο δράμα των εξόριστων πρωταγωνιστών της. Από τις πιο συγκινητικές, μαζί και χιουμοριστικές, σκηνές είναι εκείνη με τους δυο φίλους του νεκρού ακαδημαϊκού που προσπαθούν να «σμίξουν» την τέφρα του φίλου τους μ’ εκείνη της συζύγου και να ακολουθήσουν τις οδηγίες της ταφής, χωρίς να ξεχνάμε τη σκηνή με τον τυφλό μουσικό που βρίσκει το δρόμο του σε σκοτεινά, επικίνδυνα μονοπάτια.
Νίνος Μικελίδης

ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ
Αυτές τις μέρες παίζεται η τελευταία ταινία του Ροβήρου Μανθούλη, «Lilly’s Story». Είναι η ιστορία της Ελλάδας από την ναζιστική κατοχή μέχρι τις μέρες της χούντας. Η οπτική γωνία δεν είναι αυτή του ουδέτερου ακαδημαϊκού που γράφει Ιστορία μελετώντας πηγές και ντοκουμέντα, αλλά το βίωμα των ανθρώπων που έζησαν και έγραψαν Ιστορία με το αίμα τους. Και γι’ αυτούς μιλάει ο Μανθούλης από την πλευρά της μικροϊστορίας και στηρίζει την ταινία του σε μια πρωτότυπη ιδέα. Είναι η ιστορία μιας ταινίας που δεν μπόρεσε να γίνει ποτέ ταινία. Μ’ αφορμή αυτό, ο θεατής βλέπει το ανεπεξέργαστο υλικό. Δηλαδή τα πραγματικά ιστορικά γεγονότα που δεν μπόρεσαν να επεξεργαστούν και να γίνουν σενάριο και ταινία. Για μένα το αποτέλεσμα είναι εξαίρετο και νομίζω πως ο ευρωπαϊκός κινηματογράφος πλουτίστηκε με μια ακόμη ταινία σ’ αντιδιαστολή της χολιγουντιανής εμπορικής αφήγησης που έδωσε το μοντέλο της στα video games και στα σίριαλ και που διαμόρφωσαν ένα κοινό που βλέπει ταινίες σαν να βλέπει μπάλα. Για μια μερίδα της εγχώριας κριτικής ήταν σαφές ότι ο Μανθούλης είχε βάλει πολύ ψηλά τον πήχη. Ό,τι βγαίνει έξω από τις στερεότυπες συνταγές τους είναι λάθος... Μήπως πια μια μερίδα των κριτικών μας έχουν γίνει εμπορικοί αντιπρόσωποι του Χόλιγουντ; Η ταινία του Μανθούλη είναι και βλάσφημη... Έχουμε μια πολιτεία να τιμάει με μετάλλιο τους χουντικούς σφαγείς του Πολυτεχνείου. Τι να καταλάβουνε τώρα από Μανθούλη;
Περικλής Κοροβέσης
ΑΘΗΝΟΡΑΜΑ
Επί τέλους μια ταινία ευρωπαϊκού επιπέδου, που αν και πολύ προσωπική, καταφέρνει με χιούμορ και ευαισθησία να συγκινεί και αυτό γιατί ο σκηνοθέτης της είναι άνθρωπος με τα παραπάνω χαρακτηριστικά. Επιτέλους τέρμα με τα προσωπικά απωθημένα των Ελλήνων σκηνοθετών που δεν ενδιαφέρουν κανένα. Εδώ, το απωθημένο ενός σκηνοθέτη που προσπαθεί να κάνει μια ταινία στο Παρίσι, γίνεται η αφορμή να πιάσει ο σκηνοθέτης το νήμα που ενώνει τους Έλληνες από την εποχή του Εμφυλίου μέχρι και την χούντα. Το νήμα αυτό είναι το κεντρικό θέμα της ταινίας: «ο ουδέτερος τόπος», το No man's land των Ελλήνων που φύγανε απ' τον τόπο τους για διάφορες αιτίες και βρέθηκαν σ’ έναν άλλον –ουδέτερο– τόπο. Μέσα απ’ το χιούμορ, ο υποψιασμένος θεατής θα καταλάβει τη σκληρή πραγματικότητα που τους ανάγκασε να επιστρέψουν στην πατρίδα τους λαθραία, έστω και νεκροί. Πιστεύω ότι είναι καιρός όλοι οι Έλληνες σκηνοθέτες να πάψουν να μας ταλαιπωρούν με τις τηλεοπτικής αισθητικής ταινίες τους και να κάνουν ταινίες σαν το «Lilly’s Story». Η αισθητική της μου θύμισε Νάνι Μορέτι.
(Κριτική ανώνυμου θεατή στην ιστοσελίδα του περιοδικού,
ο οποίος βάζει 5 αστέρια στην ταινία)

ΤΑ ΝΕΑ
[Η κριτική συνοψίζεται στη φράση]: «Lilly’s Story: θέματα περασμένα ξεχασμένα για μας τους κριτικούς... Απορώ πώς ενθουσιάστηκε το ιταλικό κοινό στο Φεστιβάλ Βενετίας!»







 
posted by ΕΛΜΕ Ν. Ηλείας at 6:41 AM | 0 comments
Πύργος, Δευτέρα 27 Νοεμβρίου 2006
Αμαλιάδα, Τρίτη 28 Νοεμβρίου 2006

Πρόσωπο με Πρόσωπο
1966, μυθοπλασία, 35 mm, ασπρόμαυρη, 90΄

Μια πολιτική και προσωπική ταινία (film d’auteur), που καυτηριάζει την «νέα τάξη» πραγμάτων που επιχειρεί να επιβάλει ένα αυταρχικό καθεστώς της οικονομικής, πολιτικής και στρατιωτικής ολιγαρχίας. Με την ευκαιρία στιγματίζεται η καταστροφή της Αθήνας.
Πρόκειται για μια μαρτυρία για την προδικτατορική πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα και μια σάτιρα της ανερχόμενης τάξης των νεόπλουτων στη δεκαετία του ’60.

Σενάριο: Ροβήρος Μανθούλης
Συνεργασία στους διαλόγους: Κώστας Μουρσελάς
Ακούγεται το ποίημα «Αλτ, Θάνατος!» του Δημήτρη Χριστοδούλου
Φωτογραφία: Σταμάτης Τρύπος
Μοντάζ: Πάνος Παπακυριακόπουλος
Μουσική: Νίκος Μαμαγκάκης
Παραγωγή : Alter Ego Productions
Ερμηνείες: Κώστας Μεσσάρης, Ελένη Σταυροπούλου, Θεανώ Ιωαννίδου, Λάμπρος Κοτσίρης, Αλέξης Γεωργίου, Μαίρη Γκότση, Simon Hinkly

  • Βραβείο Σκηνοθεσίας Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, 1966
  • Βραβείο Κοινού για τη σκηνοθεσία στο φεστιβάλ που οργάνωσε η εφημερίδα «Δημοκρατική Αλλαγή», 1966
  • Ειδικό Βραβείο Φεστιβάλ Λοκάρνο, 1967
  • Επίσημη συμμετοχή στα φεστιβάλ, Υέρ, Μόσχας, Πέζαρο, Ουτρέχτης, Λοκάρνο.
  • Το σενάριο της ταινίας έχει εκδοθεί από τις εκδόσεις Εξάντας, 1976.
  • Η πρώτη καλλιτεχνική ταινία του σκηνοθέτη, που πραγματοποιήθηκε χάρη σε μια συνεργατική κινηματογραφιστών και φίλων (η πρώτη στην Ελλάδα) και η τελευταία του πριν από την 21η Απριλίου 1967. Μέχρις ότου απέκτησε τη γαλλική ιθαγένεια, το 1974, ήταν «χωρίς πατρίδα» ή «άπατρις».
Κριτικές
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ
Δεν είδαμε ποτέ ελληνική ταινία που να καταργεί με τέτοια γνώση και συνέπεια τους τετριμμένους ακαδημαϊσμούς, δεν είδαμε ποτέ μια τέτοια εκφραστική άνεση, που έρχεται ως συνέπεια μιας σχεδόν απόλυτης παραγραφής των αφηγηματικών συμβάσεων και μεταχειρίζεται το «πλάνο σεκάνς» με τόσο πετυχημένο τρόπο. Δεν νομίζουμε πως η ταινία υστερεί και πολύ από τα ανάλογα πειράματα του μοντέρνου ευρωπαϊκού κινηματογράφου.
Βασίλης Ραφαηλίδης

LE FIGARO
Το «Πρόσωπο με πρόσωπο» ανήκει στην ευτυχή εκείνη κατηγορία των ταινιών που δυσκολεύεσαι να τις διηγηθείς. Θα δώσεις μεν το ουσιώδες από την πλοκή, αλλά την ίδια στιγμή το άρωμα αυτής της έξοχης ταινίας θα το δεις να εξατμίζεται. Γιατί όλη η ευχαρίστηση που σου προκαλεί η ταινία έγκειται στην σκηνοθεσία, στην ευκινησία με την οποία ο σκηνοθέτης εμφανίζει τα πρόσωπα περιπαίζοντάς τα ταυτόχρονα. Έγκειται κυρίως στη διαρκή εφευρετικότητα που ανανεώνει τις περιπέτειες και τις καταστάσεις. Δείτε, για παράδειγμα, πώς ο Ροβήρος Μανθούλης περιγράφει τους αδηφάγους επισκέπτες σ’ ένα κοκτέιλ-πάρτι, ή την μυστική συνάντηση δύο ερωτευμένων και θα του αναγνωρίσετε ένα ταλέντο, μια φινέτσα πολύ ανώτερη από κάποιους συμπατριώτες μας, που πολύ τους θαυμάζουν οι δικοί μας κινηματογραφόφιλοι, όπως... Αλλά τι να λέμε τώρα ονόματα. Με δυο λόγια, ιδού ένα φιλμ το οποίο από τη μια άκρη ως την άλλη έχει γοητεία, χάρη και ειρωνεία.
Pierre Mazars

L’HUMANITÉ
To έργο του Μανθούλη είναι τόσο στενά δεμένο με την ελληνική πραγματικότητα που η αυθεντικότητά του ξεπερνάει τα γεγονότα τα οποία εκφράζει και εγγράφεται, με τρόπο βαθύτατα αξιοκρατικό, στην ιστορική συνέχεια. Έτσι, το «Πρόσωπο με πρόσωπο» παραμένει απόλυτα σύγχρονο ακόμα κι όταν οι καταστάσεις που εκθέτει έχουν ξεπεραστεί από την πορεία του χρόνου. Όλα εδώ λέγονται μ’ ένα μίγμα σοβαρότητας και ειρωνείας πολύ λεπτό και πολύ πρωτότυπο. Είναι ένα φιλμ τέλεια φτιαγμένο, χωρίς καμιά κοιλιά. Η κινηματογραφική αφήγηση διατηρεί το ξύπνιο και σατιρικό ύφος της, συχνά πέρα για πέρα κεφάτο και αστείο, μερικές φορές άγρια καυστικό. Πρέπει να δείτε το «Πρόσωπο με πρόσωπο». Είναι κομεντί, αλλά οι απόηχοι που φέρνει μαζί της φτάνουν πολύ μακριά, πολύ πιο πέρα από την Ελλάδα την ίδια.
Sophie Breuil

COMBAT
Μια ταινία είναι μια άλλη γλώσσα από αυτήν των λέξεων. Το «Πρόσωπο με πρόσωπο» οφείλει την αξία του σε μια αντίστοιχη κινηματογραφική γλώσσα που εφηύρε ο Μανθούλης. Η γραφή του είναι ένα μίγμα από διάφορα είδη της υπερρεαλιστικής κωμωδίας που δημιουργούν έκρηξη. Αλλά αυτή η αφθονία, που ξεπερνάει τα όρια του μπαρόκ, μας προσφέρει εκπληκτικά ευρήματα: η ερωτική πολιορκία του νεαρού δασκάλου από τη μητέρα της μαθήτριάς του είναι ένα ωραίο κομμάτι κινηματογραφικής ανθολογίας. Η τελική σκηνή –ο γύρος της Ακρόπολης με το βλέμμα μιας νεόπλουτης οικογένειας– αξίζει όσο το βάρος της σε χρυσάφι... Υπάρχει στον Μανθούλη μια πύρινη ευαισθησία, σαρκική θα έλεγα, που αγκαλιάζει τους ήρωές του και τους ζωντανεύει. Είναι ένα προσόν πολύ σπάνιο, σε μια εποχή στην οποία πολλοί αρέσκονται στην συγκεχυμένη αφαιρετικότητα, στην απουσία του αυθόρμητου και του φυσικού, και σε μια εγελιανή ακαταλαβίστικη γλώσσα, για να κρύψουν το κενό. Αν προτιμάτε τον άνθρωπο από τις θεωρίες του, πηγαίνετε να δείτε το «Πρόσωπο με πρόσωπο». Το γέλιο του Μανθούλη είναι από κείνα που κάνουν καλό!
Henry Chapier

JEUNE CINÉMA
Ένα φιλμ πολύ καθαρό, πολύ σωστά τοποθετημένο και πολύ όμορφο. Ο Μανθούλης μας κρατάει με κομμένη την ανάσα, με μια τέλεια σιγουριά. Η ταινία του σπαρταράει από εφευρετικότητα και οι εικόνες του από ευρήματα (τα όνειρα του Δημήτρη). Έχει το βάρος μιας πολύ μεγάλης αξιοπρέπειας, στην οποία μετέχει σημαντικά, στην ηχητική μπάντα, ένα θαυμάσιο ποίημα του Δημήτρη Χριστοδούλου.
Jean-Pierre Jeancolas

POSITIF
Το «Πρόσωπο με πρόσωπο» είναι ένα φιλμ που μεταχειρίζεται την τραγωδία με χιούμορ και αποκαλύπτει, στην άσκηση μιας φόρμας ανατρεπτικής και καμιά φορά ανατρεπόμενης, μια μαστοριά, μια ελευθερία ύφους και μια ευελιξία της αφήγησης που πολύ σπάνια συναντιέται. Ο Μανθούλης χρησιμοποιεί ένα μάτσο από βέλη ειρωνικά, κωμικά, ερωτικά, σοβαρά και δραματικά που καρφώνονται, παλλόμενα από ευχαρίστηση (γιατί το φιλμ είναι διασκεδαστικό και γελάς συχνά) στα πιο ευαίσθητα σημεία της βασιλεύουσας αστικής τάξης που είναι αχόρταγη, χυδαία, επικίνδυνη, αλλά ευάλωτη. Αυτή η ταινία προχωράει μόνο με απότομες αλλαγές τόνου και ύφους, ποδοπατώντας χαρούμενα τις συμβατικότητες της κινηματογραφικής γλώσσας, αλλά εγγράφοντας αυτές τις δονήσεις σε μια εσωτερική λογική, η οποία τελικά την βοηθάει να διατηρήσει την ενότητά της.
Jean-Louis Pays

LE MONDE
Μια σειρά από γρήγορες σκηνές δημιουργούν μια έξυπνη και γεμάτη υπονοούμενα αντίστιξη απέναντι στην κύρια δράση της ταινίας, η οποία συγκεντρώνει τα πυρά της, χωρίς τρυφερότητα, στην υψηλή κοινωνία. Οι διάλογοι, σαν σφυροκοπήματα, μαρτυρούν μια οξεία αίσθηση του χιούμορ.
Jean-Claude Buhrer
Ανταπόκριση από το Φεστιβάλ του Λοκάρνο

LE MONDE
Το «Πρόσωπο με πρόσωπο» κέρδισε το Βραβείο Σκηνοθεσίας και ένα ενθουσιώδες νεανικό κοινό στεφάνωσε τον Μανθούλη ηθικό νικητή του Φεστιβάλ. Η ταινία αξίζει να αναλυθεί και να μελετηθεί τόσο για τις ιδιαίτερες συνθήκες της παραγωγής της, όσο και για το περιεχόμενο και το ύφος της. Ένα περίεργο μίγμα Αντονιόνι, για το εικαστικό στυλιζάρισμα, και Γκοντάρ, για το κομμάτιασμα της αφήγησης, μας κρατάει συνεχώς σε απόσταση από τα γεγονότα. Ένα φιλμ έξυπνο και οξύτατο.
Louis Marcorelles

CINÉMA
Το «Πρόσωπο με πρόσωπο» είναι μια εκπληκτική κοινωνική και πολιτική σάτιρα, εκπληκτική για την τόλμη και την ποιότητά της. Το φιλμ μας την διηγείται με γρήγορο και σταθερό ρυθμό, με μια διασκεδαστική διάθεση και με μια πονηρή κακία δοσμένη με μεγάλη μαεστρία. Είναι μονταρισμένη με επεισόδια ονειρικά και φανταστικά.
Marcel Martin

CAHIERS DU CINÉMA
Όπως όλο το μοντέρνο σινεμά, το «Πρόσωπο με πρόσωπο» επιχειρεί να τοποθετήσει άτομα με ιδιαιτερότητα μέσα στο κοινωνικό κίνημα. Επί πλέον, είναι συχνά διασκεδαστικό, ζωντανό και ευρηματικό.
Luc Moullet

LA NOUVELLE CRITIQUE
Σ’ αυτό το φιλμ, ο Μανθούλης αποκαλύπτει μια σπάνια μαεστρία στον έλεγχο των διαφόρων στοιχείων της σκηνοθεσίας, τόσο με την ελευθερία του ύφους όσο και με την ευλυγισία της κινηματογραφικής γραφής. Το «Πρόσωπο με πρόσωπο» είναι αναμφισβήτητα ένα από τα καλύτερα δημιουργήματα των νέων ευρωπαϊκών κινηματογράφων, ένα από τα σημαντικότερα.
Gérard Gozlan


NOUVELLES LITTERAIRES
Αυτή η ταινία είναι μια πολύτιμη μαρτυρία για την εποχή της και τη χώρα της. Το «Πρόσωπο με πρόσωπο» είναι το πρώτο φιλμ της Ελλάδας που μας βάζει, απέναντι στην πραγματική ζωή της. Για μας είναι ένα από τα πιο σημαντικά έργα που έχουμε δει εδώ και χρόνια.
G. Chareusol

IMAGE ET SON
Το στυλ του Μανθούλη θυμίζει συχνά τον Μπουνιουέλ. Η ίδια ακρίβεια στην παρατήρηση, το ίδιο ψύχραιμο πάθος, οι ίδιες ονειρικές παρενθέσεις. Το «Πρόσωπο με πρόσωπο» ξεχωρίζει καθαρά από τις παραγωγές οι οποίες στην δυτική Ευρώπη θέλουν να λέγονται νέος κινηματογράφος. Ξεχωρίζει, γιατί ο Μανθούλης έχει κάτι να πει.



Αναγγελία της πρώτης προβολής στη Γενεύη της ταινίας Πρόσωπο με πρόσωπο.

Με τη Μελίνα Μερκούρη στη Γενεύη το 1968, μετά από προβολή της ταινίας Πρόσωπο με πρόσωπο.

Η απόφαση της επιτροπής λογοκρισίας της χούντας για την απαγόρευση της προβολής της ταινίας Πρόσωπο με πρόσωπο.
 
posted by ΕΛΜΕ Ν. Ηλείας at 6:06 AM | 0 comments
Πύργος, Κυριακή 26 Νοεμβρίου 2006
Αμαλιάδα, Δευτέρα 27Νοεμβρίου 2006

Ψηλά τα χέρια Χίτλερ!
1963, μυθοπλασία, 35 mm, ασπρόμαυρη, 90΄


Μια σάτιρα ορισμένων συμπεριφορών σχετικά με τη γερμανική κατοχή και την Αντίσταση.

Σενάριο: Διονύσης Μήλας
Φωτογραφία: Νίκος Μήλας
Μουσική Επιμέλεια: Τώνια Καράλη
Τραγούδι: Δημήτρης Χριστοδούλου-Μίκης Θεοδωράκης. Ερμηνεύει ο Γρηγόρης Μπιθικότσης
Παραγωγή: Τρούμπης-Μήλας
Ερμηνείες: Βασίλης Διαμαντόπουλος, Θανάσης Βέγγος, Βασίλης Ανδρεόπουλος, Μίρκα Καλλαντζοπούλου, Λάμπρος Κοτσίρης, Σπύρος Καλογήρου

  • Βραβείο Καλύτερης Ταινίας από την Ένωση Κριτικών Κινηματογράφου, 1963.
  • Βραβείο Καλύτερου Ηθοποιού στο Θανάση Βέγγο από την Ένωση Κριτικών Κινηματογράφου, 1963.
  • Το γύρισμα και το μοντάζ της ταινίας με τη διανομή τριών κόπιων έγιναν μέσα σε 45 ημέρες. Μια εβδομάδα αργότερα προβλήθηκε στις αίθουσες.
Κριτικές
Είναι η πρώτη φορά που ο ελληνικός κινηματογράφος καταπιάνεται με το θέμα της αντίστασης στη Γερμανική Κατοχή, μέσα από ένα πρίσμα χιουμοριστικό και μια τάση αντιηρωοποίησης. Μιας παρουσίασης του ήρωα μέσα από τον καθημερινό άνθρωπο που βρίσκεται μπλεγμένος στο μεγάλο παιχνίδι του πολέμου και της ξένης κατοχής. Οι αντιήρωες του Μανθούλη είναι δυο φίλοι που παλεύουν να επιζήσουν, ένας τρίτος φίλος τούς δίνει να μεταφέρουν έναν ασύρματο κι από κει αρχίζει η πορεία όπου η γενναιότητα των ανθρώπων είναι κοντρολαρισμένη από τη χρυσή τομή της καθημερινότητας, που την αναδεικνύει και την δοξάζει.
Αγλαΐα Μητροπούλου
 
posted by ΕΛΜΕ Ν. Ηλείας at 5:57 AM | 0 comments
Πύργος, Παρασκευή 1 Δεκεμβρίου 2006
Αμαλιάδα, Σάββατο 25 Νοεμβρίου 2006


Le Blues Entre les Dents / Μπλουζ με σφιγμένα δόντια
1972, φιξιόν-ντοκιμαντέρ, 16 mm και 35 mm, έγχρωμη, 90΄

Η ταινία βασίζεται σε πραγματικά πρόσωπα, που δείχνουν «αποσπάσματα από τη ζωή τους» για την κάμερα, στο σπίτι τους στο Χάρλεμ και το Μπρονξ. Η «υπόθεση» παρατίθεται σε πλάνα γυρισμένα με ηλικιωμένους μουσικούς του μπλουζ. Οι διάλογοι είναι αυτοσχεδιασμένοι.

Σενάριο: Ροβήρος Μανθούλης-Κλωντ Φλεουτέρ
Φωτογραφία: Φώτης Μεσθεναίος
Μοντάζ: Dominique Colonna
Παραγωγή: Neyrac-Films, Paris
Ερμηνείες (στο Χάρλεμ): Amelia Cortez, Onike Lee, Roland Sanchez, Jimmy Huff, William L. Evans. Εμφανίζονται οι Bluesmen: B.B. King, Roosvelt Sykes, Robert Pete Williams, Mance Lipscom, Brownie McGhee, Sonny Terry, Walter “Furry” Lewis, Bukka White, Junior Wells, Buddy Guy, Jimmy Streeter και οι τραγουδιστές της αγροτικής φυλακής: Mack Maze, Robert Anderson, Joseph Johnson, James Adams Jr., Roger Chambers, John W. Allen

  • Βραβείο Κριτικής στις Βρυξέλλες.
  • Το νέο αντρόγυνο που εμφανίζεται στην ταινία έπαιζε στο θεατρικό έργο «Παραβάν» του Ζαν Ζενέ, που σκηνοθέτησε ο Μίνως Βολανάκης στο Μπρούκλιν.

Κριτικές

L’EXPRESS
Μια Μαύρη με πρόσωπο πλυμένο από το νερό του χρόνου, ένα χέρι που ξαναβρίσκει τη μνήμη του κατά μήκος των φαγωμένων πλήκτρων του λείψανου που κάποτε ήταν πιάνο. Κι αυτή η μουσική η ξεκούρδιστη, που κουρδίζεται πάνω στις καρδιές μας. Είναι η μαμά, μια γυναίκα του Χάρλεμ. Η κάμερα που είναι μπροστά της είναι σαν να μην υπήρχε, απούσα, όπως θα ήμασταν κι εμείς χωρίς αυτήν. Ένα από τα θαύματα αυτής της ταινίας είναι ότι δεν κάνει κανέναν από μας ξένο ή ματάκια. Η ταινία είναι φτυστή η εικόνα του Χάρλεμ και μας μιλάει γι’ αυτά που το κάνουν να υποφέρει: έρωτας, επιθυμία, μοναξιά, απελπισία, φτώχεια... Τους αγαπάμε αυτούς τους ανθρώπους. Κάτι ξεσπάει, πράγματι, και κομματιάζεται πολύ βαθειά μέσα μας, η ψυχή μάλλον.
Claude Mauriac

L'HUMANITÉ
Το «Μπλουζ με σφιγμένα δόντια», πέρα από την αξία του σαν ντοκουμέντο, γίνεται μια πολύ όμορφη και πολύ πονεμένη ερωτική ιστορία. Έχουμε εδώ ένα πρωτότυπο στυλ, ένα διαρκές ηλεκτρικό κύκλωμα ανάμεσα σε δυο κινηματογραφικούς τρόπους αφήγησης, με διακεκομμένους ρυθμούς. Η διαθεσιμότητα γι’ αυτό που βλέπεις και ακούς, σαν αναγκαστική έμπνευση για την αναπαραγωγή από την φιξιόν των βιωμάτων, που το θέαμα της εξωτερικής πραγματικότητας δεν σου προσφέρει ποτέ, κάνουν το «Μπλουζ με σφιγμένα δόντια» ένα από τα πιο προσωπικά φιλμ που μπορείς να δεις σήμερα, αλλά και από τα πιο αποκαλυπτικά για την κοινωνική μοίρα μιας ολόκληρης κοινότητας που καταπιέζεται.
Albert Cervoni

COMBAT
Από τις πρώτες εικόνες του «Μπλουζ με σφιγμένα δόντια», ένας άνεμος ομορφιάς περνάει στην οθόνη. Η κάμερα μας οδηγεί κατευθείαν σε μια φυλακή μαύρων στο Τέξας. Μετά από αυτό το πρεζενερίκ, που μας βάζει στην ιδανική ατμόσφαιρα για την ιστορία που θα παρακολουθήσουμε, αρχίζει η δράση μ’ έναν τόσο απλό και συγκινητικό τρόπο όσο ένα αληθινό μπλουζ. Η πρωτοτυπία αυτού του ωραιότατου φιλμ έγκειται στο ότι γυρίστηκε στο ίδιο το σπίτι των ηθοποιών που όλοι τους είναι μια πραγματική οικογένεια και αναπαριστούν την ίδια τους τη ζωή. Η σκηνή όπου η Αμέλια Κορτέζ διηγείται τη ζωή της είναι ένα σκέτο αριστούργημα.
D. Demètre

LE MONDE
Χώρια που είναι μια στάση και άποψη κινηματογραφική και ταυτόχρονα ηθική, αυτό το φιλμ σε κρατάει με το βλέμμα του, το ύφος του, με μια ευαισθησία σπαραχτική. Αυτό το φιλμ το φτιαγμένο με γνώση δεν έγινε για τις περιέργειες η για τις ενοχλητικές μόδες που συνθέτουν τα παρισινά σουξέ κακής ποιότητας. Είναι η κινηματογραφική μπαλάντα, σε φόρμα των μπλουζ, των αμερικανών μαύρων, που θα τους λέγαμε παρίες.
Jacques Siclier

LE POINT
Αυθεντικό. Οι βετεράνοι των μπλουζ αργοπεθαίνουν στη σκιά των γκέτο και –όπως ο Φελίνι για τους κλόουν– ο Μανθούλης πήγε να συλλέξει τους τελευταίους τους αναστεναγμούς. Σοφό μωσαϊκό, από το Χάρλεμ στη Νέα Ορλεάνη: κουβέντες, ντοκουμέντα, σκηνές φιξιόν, τραγούδια της φυλακής.
Jacques Loew

TÉLÉRAMA
Η φιξιόν έρχεται φυσιολογικά. Συνέχεια την ξεχνάς, κομματιάζεται, ανασυντίθεται, εναλλάσσεται. Και τότε ανακαλύπτεις την εκπληκτική ακρίβεια με την οποία ο σκηνοθέτης πέτυχε το μοντάζ του.
Christine de Montvalon

LE SOIR
Ένα κλασικό πια ντοκουμέντο πάνω στα αληθινά αμερικάνικα μπλουζ, αυτά που γεννιούνται αυθόρμητα στα χείλη των ξεχασμένων της αμερικάνικης κοινωνίας. Σκηνοθετημένο από τον Ροβήρο Μανθούλη, ένα φιλμ αυθεντικό όπου η φιξιόν ανακατεύεται με πολλή λεπτότητα με την κοινωνιολογική ανάλυση.
(Επ’ ευκαιρία της βράβευσης του «Μπλουζ με σφιγμένα δόντια» από την Ένωση Κινηματογραφικών Κριτικών Βρυξελών, μαζί με το «Γάμο της Μαρίας Μπράουν» του Φασμπίντερ και το «Κοπάδι» του Γκιουνέι, σαν καλύτερες ταινίες της χρονιάς).

THE OBSERVER
Εξ αιτίας μιας διανομής γνωστών σταρ, θέλησα να παραβρεθώ στην ειδική προβολή του «Μπλουζ με σφιγμένα δόντια» και δοκίμασα μια πραγματική έκπληξη. Αυτό το φιλμ, γαλλικής παραγωγής, σκηνοθετημένο από τον Έλληνα Ροβήρο Μανθούλη, φωτίζει την ανθρώπινη ιστορία που περιγράφουν και λαμπρύνουν τα μπλουζ. Οι μονόλογοι της εκπληκτικής Αμέλια Κορτέζ, που παίζει την μητέρα του νεαρού αντι-ήρωα, εμπνευσμένοι χωρίς αμφιβολία από τα προσωπικά της βιώματα, με συγκίνησαν περισσότερο από ό,τι άλλο είδα ή άκουσα φέτος στις Κάννες.
George Melly
(ανταπόκριση από το Φεστιβάλ Κανών)

ΧΑΡΑΥΓΗ (Κύπρου)
Ο Ροβήρος Μανθούλης πλησιάζει τους τυραννισμένους της Βόρειας Αμερικής, τους μαύρους, μέσα απ’ τα τραγούδια τους (…). Τα μπλουζ μιλάνε για τον βαρύ μόχθο, τον καθημερινό αγώνα της ζωής, τις λαχτάρες, τις ελπίδες, τις πίκρες, τις απογοητεύσεις και για τον έρωτα. Κάπου, «μέσ’ απ’ τα δόντια», λένε και κάτι άλλο. Αφήνουν να ξεφεύγει η οργή για τη σκληρή μοίρα όπου καταδικάζει τους αποδιωγμένους της η κοινωνία (…).
Ο συμπατριώτης μας σκηνοθέτης αναπτύσσει επιδέξια το μουσικό θέμα του, πλέκοντάς το γύρω από μια ρεαλιστική ιστορία ενός φτωχού, νεαρού μαύρου, που έκανε μερικά χρόνια για κλεψιά στη φυλακή, και μάταια τώρα προσπαθεί να βρει δουλειά και να στρώσει τη ζωή του. Ακολουθώντας τους ήρωες του έργου, ο φακός περνά μέσα από τους τόπους όπου γεννήθηκαν κι αναπτύχθηκαν τα μπλουζ, τις φτωχογειτονιές των αμερικανικών μεγαλουπόλεων, τις ταβέρνες και τα καμπαρέ της Νέας Ορλεάνης. Το περιβάλλον, η εποχή στήνονται σωστά, αληθινά, με την ακρίβεια και τη λιτότητα της βαθιάς γνώσης και της τέχνης. Τα πρόσωπα, σκαμμένα απ’ τη βιοπάλη και την τυράγνια της ζωής, έχουν άπειρη γνησιότητα. Και τα τραγούδια ξεπετιούνται πάνω σ’ αυτόν τον καμβά με άνεση και φυσικότητα. Είναι μια πρωτότυπη, εξαιρετική δουλειά, πάνω σ’ ένα πολύ δύσκολο στον χειρισμό θέμα. Θαυμάσια έχει υπηρετήσει τη φωτογραφία ο οπερατέρ Φώτης Μεσθεναίος.




 
posted by ΕΛΜΕ Ν. Ηλείας at 5:32 AM | 0 comments
Wednesday, November 22, 2006

Πύργος, Σάββατο 25 Νοεμβρίου 2006
Αμαλιάδα, Κυριακή 26 Νοεμβρίου 2006

Μια ταινία, μια ζωή – Ροβήρος Μανθούλης
1997, ντοκιμαντέρ, ΒΕΤΑ, έγχρωμη, 90΄

Η ταινία έχει θέμα την σκηνοθετική σταδιοδρομία του Pοβήρου Μανθούλη. Ο τίτλος θυμίζει τη πρωτότυπη σειρά «Μια χώρα, μια μουσική», που ο βιογραφούμενος σκηνοθέτης γύρισε για τη γαλλική Τηλεόραση.
Περιέχει αποσπάσματα από περίπου 25 έργα του, κινηματογραφικά και τηλεοπτικά.

Σενάριο-σκηνοθεσία: Κωνσταντίνος Μωριάτης
Φωτογραφία: Στέλιος Αποστολόπουλος
Ήχος-Μοντάζ: Γιώργος Χελιδονίδης
Παραγωγή: YGREC Productions, Paris

  • Μια ταινία του Κωνσταντίνου Μωριάτη για τον Ροβήρο Μανθούλη
  • Η ταινία έγινε με παραγγελία της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας Θεσσαλονίκη 1997 σε συμπαραγωγή με τη NET.
 
posted by ΕΛΜΕ Ν. Ηλείας at 8:32 AM | 0 comments
Sunday, November 19, 2006
Πέμπτη 23 Νοεμβρίου 2006, Κινηματογράφος Απόλλων, ώρα 9 μ.μ.
Mερικές φορές ο μεγάλος αδελφός - λέει ο Mίκαελ Xάνεκε στη σπουδαιότερη ταινία του «Cache» (κρυμμένος) - κάνει καλό. Ουδέν κρυπτόν υπό τον ήλιο των εφιαλτικών ενοχών!

Ψηφίστηκε ως η καλύτερη ευρωπαϊκή του 2005, θα μπει στην πεντάδα των Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας και από το τελευταίο Φεστιβάλ των Καννών, αφού παραλίγο να κερδίσει τον Χρυσό Φοίνικα, έφυγε στο τέλος με τρία βραβεία! Ίσως η πιο φωτεινή και ώριμη στιγμή στην καριέρα του Αυστριακού σκηνοθέτη μιας τετράδας ανεξίτηλων έργων. Δηλαδή η βία ως παιχνίδι («Benny's Video»), ο νεοφασισμός της διπλανής πόρτας («Funny Games»), ο τερατικός διχασμός της δυτικής κοινωνίας («Δασκάλα πιάνου»). Σπάνιο προσόν τού Χάνεκε η δημιουργική συνύπαρξη γερμανικού ορθολογισμού, γαλλικής κουλτούρας και αμερικανικού θρίλερ. Με απλά λόγια: Στοχασμός με αγωνία!

Το «Cache» είναι κορυφαίο γιατί είναι τέκνο υγιούς, τοκετού, αιωνόβιας όσο και νεανικής μήτρας. Μικρές, απλές, «ασήμαντες» προσωπικές ιστορίες με ανοίγματα πολλά. Αυτό είναι το μεγάλο, το ακατάβλητο σινεμά. Όλα τα άλλα, όσο καλά, δεν είναι τίποτα άλλο παρά εγκεφαλικά. H τέχνη τής αναγωγής, φίλοι μου, είναι σπάνιο χάρισμα. Καθένας μπορεί με αυτήν τη σύνθετη ταινία να συναντηθεί. Εγώ καταλαβαίνω ένα, εσύ δύο, ο άλλος τρία και όλοι μαζί μια μεγάλη αλήθεια. Σαν πασπαρτού. Πρώτα ανοίγεις το ισόγειο, μετά το σπίτι, στο τέλος το κρυμμένο, σφραγισμένο υπόγειο.

Έχουμε και λέμε λοιπόν: πενηντάρης τηλε-παρουσιαστής για βιβλία και συγγραφείς (ας πούμε ο Πιβό του «Apostrophe»), παντρεμένος και πατέρας ενός ανήσυχου εφήβου, λαμβάνει βιντεοκασέτα ανώνυμου «μεγάλου αδελφού». Κάποιος παρακολουθεί. Εκείνον (Ντανιέλ Οτέιγ), τη γυναίκα του (Ζιλιέτ Μπινός), το σπίτι του, τις κινήσεις του. Στην αρχή δεν δίνει σημασία, στη συνέχεια ταράζεται, πανικοβάλλεται, ανατρέπεται. Μία μία οι γέφυρες γκρεμίζονται. Κάθε καινούργια κασέτα και ένα βήμα προς τα πίσω. Κάθε βλέμμα αυτού του αόρατου «μεγάλου αδελφού» τον σπρώχνει προς την κρυμμένη κρύπτη και το παρελθόν.

«Κρυμμένος»: Ο μεγάλος αδελφός ξεκλειδώνει το παρελθόν τού Ντανιέλ Οτέιγ και γκρεμίζει την τακτοποιημένη σχέση του με τη Ζιλιέτ Μπινός!

Ο Ζορζ (αυτό είναι το όνομά του) σαν στρείδι κλείνεται στον εαυτό του, συνεδριάζει με το παρελθόν του και, χωρίς να συντονιστεί με τη γυναίκα του, κατευθύνεται προς τη γριά, απομονωμένη και εγκαταλελειμμένη απ' αυτόν μητέρα του (Ανί Ζιραρντό). Το παρελθόν φυγείν αδύνατον. Μπορεί να έχει σκαρφαλώσει στο ρετιρέ της παριζιάνικης αφρόκρεμας. Μπορεί οι πάντες να τον αναγνωρίζουν, μπορεί ο δείκτης της θεαματικότητας να σκαρφαλώνει διαρκώς, όμως από κάπου, από κάποιο χωριό, από κάποια οικογένεια, από κάποιο «έγκλημα» άρχισε κι αυτός!

Έτσι τώρα είναι αναγκασμένος να επιστρέψει στα παιδικά του χρόνια. Όταν οι γονείς του, πλημμυρισμένοι από φιλανθρωπικά αισθήματα, είχαν αποφασίσει να υιοθετήσουν έναν συνομήλικο με αυτόν ρακένδυτο, απροστάτευτο, από την Αλγερία, εκείνος από εγωισμό, ρατσισμό και από ακατανίκητο σύνδρομο ιδιοκτησίας συκοφάντησε το ορφανό και έτσι απαλλάχτηκε από μια δυσάρεστη παρουσία που θα τον ανάγκαζε να μοιραστεί τα ελέη της δικής του μονοφαγίας. Κέρδισε τη μοναδικότητά του, την αλαζονεία του με μια συκοφαντία. Καιρός τώρα να απαλλαγεί οριστικά απ' αυτό το μίασμα, που προφανώς από φθόνο και εκδίκηση παραβιάζει το άσυλό του και απειλεί τη ζωή του. Χωρίς άλλη σκέψη, εισβάλλει στην καλύβα του Αλγερινού με τη βεβαιότητα πως είναι κυρίαρχος του παιχνιδιού, γιατί αυτός είναι ο ευκατάστατος, ο εγγράμματος, ο λευκός, ενώ ο άλλος είναι ένα σκουπίδι που τίποτα δεν αξίζει. Το παρελθόν έχει μεταλλαχθεί σε εφιαλτικό παρόν. Για δεύτερη φορά ο ώριμος, δημοκρατικός, ευπρεπής, σοβαρός τώρα πια Ζορζ, μεταβάλλεται σε διώκτη τού παραλίγο αδελφού του.

Έτσι ξαναχτυπάει την πόρτα του, αλλά αυτήν τη φορά η συνάντηση θα τελειώσει τραγικά. Παρ' όλα αυτά όμως, οι κασέτες εξακολουθούν να καταφθάνουν πιο απειλητικά. Αυτό που έμοιαζε να έχει τελειώσει, μόλις αρχίζει. Και ο Αλγερινός, ο οποίος έμοιαζε στα μάτια του ένοχος, αποδεικνύεται αθώος. Τίποτα από εδώ και μπρος δεν θα είναι όπως παλιά. Τώρα πρέπει να λογοδοτήσει για τις κρυμμένες ενοχές του. Για να τη σκαπουλάρει όμως από τη συνείδησή του και να προσπεράσει τις ενοχές του, τρέχει να γλιτώσει από τη σκιά του. Όσο τρέχει μπροστά τόσο πίσω τον στέλνει ο «μεγάλος αδελφός». Γι' αυτόν και για κάθε Ζορζ, οι Ερινύες (όπως και στο «Match Point» του Γούντι Άλεν) είναι νεκρές!

Ο «μεγάλος αδελφός» κάνει καλό!

Μίκαελ Χάνεκε, μέσα στις πέντε μεγάλες, σημερινές, ευρωπαϊκές υπογραφές!

Ο Χάνεκε επεξεργάζεται την έννοια «κρυμμένος» με την αριστοτεχνική άνεση ενός σεφ τριών αστέρων της «Μισελέν». Ο Ζορζ κρυμμένος από το παρελθόν του. Ο Ζορζ κρυμμένος από την οικογένειά του. Ο Ζορζ κρυμμένος από τη γυναίκα και το παιδί του. Ο Ζορζ κρυμμένος από τους θαυμαστές του. Κρυμμένος και ο «μεγάλος αδελφός», όπως κρυμμένη για τον απλό θεατή είναι η κινηματογραφική μηχανή. Ο Χάνεκε παρακολουθεί τον «μεγάλο αδελφό», αυτός τον Ζορζ, ο Ζορζ τον Αλγερινό, ο Αλγερινός το παρελθόν. Κύκλος σπειροειδής, όπως η εξέλιξη του ανθρώπινου πολιτισμού. Το βαθύτερο νόημα της ιστορίας είναι κρυμμένο από τους θεατές της. Ο Αλγερινός κρυμμένος από τη γαλλική (και κάθε ευρωπαϊκή, δυτική) κοινωνία. Το έγκλημα (μικρό, μεγάλο, αδιάφορο) κρυμμένο από την ειδησεογραφία.

Κρυμμένα και τα προσωπικά δεδομένα του Ζορζ. Κρυμμένα (προστατευμένα) από τη δική του, τη λευκή, την ανώτερη κοινωνία. Έτσι, κάθε κόκκος αυτής της ιστορίας είναι διαποτισμένος από μια ευρύτερη σημασία. Ο Ζορζ που αναλύει, εμβαθύνει στα νοήματα των βιβλίων, δεν είναι αυτός που βλέπουμε στην οθόνη, αλλά κάποιος άλλος, διαφορετικός. Ο Ζορζ είναι τα 2/3 της κάθε δυτικής κοινωνίας. Αυτοί ανέχθηκαν, ενθάρρυναν, υπέθαλψαν, ωφελήθηκαν από τον ρατσισμό, «λέει» ο Χάνεκε. Καταλάβατε τώρα γιατί πριν από μερικές εβδομάδες παραλίγο να καεί το Παρίσι; Καταλάβατε το νόημα της τυφλής, ασύμμετρης εξέγερσης των σκουπιδιών;

Ο κόσμος, μέσα στο ίδιο γεωγραφικό σημείο, μέσα και γύρω απ' το Παρίσι, πρωτεύουσα του Φωτός, χωρισμένος στα δύο. Ο πρώτος, ο επίσημος, η βιτρίνα, είναι του Ζορζ. Ο δεύτερος από την τριτοκοσμική Αλγερία. Το στοιχείο που μεσολαβεί, συνδέει και ενεργοποιεί την κίνηση, τη διαδικασία, το στοιχείο που επαναφέρει τους εφιάλτες από το παρελθόν είναι ο «μεγάλος αδελφός». «Μεγάλος αδελφός» ο Ζορζ (αυτός γκρέμισε τη ζωή του Αλγερινού). «Μεγάλος αδελφός» του Ζορζ το παρελθόν (αυτό το παρελθόν γκρεμίζει τη ζωή του Ζορζ). «Μεγάλος αδελφός» - όμως λυτρωτικός - και του Ζορζ και του Αλγερινού η Τέχνη, ο σκηνοθέτης της ταινίας, ο φακός. Μα είναι δυνατόν; Είναι λέει με διαλεκτική σοφία ο Μίκαελ Χάνεκε. Όπως πρώτοι στοχάστηκαν οι Αρχαίοι και στην συνέχεια επεξεργάστηκαν ο Χέγκελ και ο Μαρξ. Ουδέν κακό αμιγές καλού!
Δημήτρης Δανίκας
Συντελεστές
Σκηνοθεσία: Michael Haneke
Σενάριο: Michael Haneke
Μουσική: Ralph Rieckermann
Φωτογραφία: Christian Berger
Μοντάζ: Michael Hudecek, Nadine Muse
Παραγωγή: France / Austria / Germany / Italy, 2005
Διάρκεια: 117

Ερμηνείες:
Daniel Auteuil .... Georges Laurent
Juliette Binoche .... Anne Laurent
Maurice Bénichou .... Majid
Annie Girardot .... Georges's Mom
Bernard Le Coq .... Εκδότης του Georges Walid Afkir .... Γιος του Majid
Lester Makedonsky .... Pierrot Laurent
Daniel Duval .... Pierre
Nathalie Richard .... Mathilde
Denis Podalydès .... Yvon
Aïssa Maïga .... Chantal
Caroline Baehr .... Νοσοκόμα
Christian Benedetti .... Πατέρας του Georges
Philippe Besson .... Καλεσμένος της TV
Loic Brabant .... Αστυνομικός No. 2 (ως Loïc Brabant)

Διαβάστε περισσότερα για την ταινία
Caché, επίσημος δικτυακός τόπος
Cinemad
Κώστας Γ. Καρδερίνης
Movieworld, Αφροδίτη Νικολαΐδου
Cache, Internet Movie Database

 
posted by ΕΛΜΕ Ν. Ηλείας at 12:23 AM | 0 comments
Tuesday, November 14, 2006
Πέμπτη 16 Νοεμβρίου 2006, Κινηματογράφος Απόλλων, ώρα 9 μ.μ.
Αφιέρωμα στο Πολυτεχνείο

Ένας κριτικός απολογισμός της «επανάστασης» μετά το τέλος των ψευδαισθήσεων του Μάη του ' 68 και των επαναστατικών κινημάτων της Λατινικής Αμερικής, την απογοήτευση από την Πολιτιστική Επανάσταση στην Κίνα και την αμφισβήτηση της οικοδόμησης του σοσιαλισμού στις Ανατολικές χώρες ή την Κούβα. Ταυτόχρονα μια ταινία πάνω στην συνενοχή του ατόμου για τα διεθνή εγκλήματα που διαπράχθηκαν και συνεχίζουν να διαπράττονται μετά το τέλος του Β' Παγκόσμιου Πολέμου. Ένας αρνητικός απολογισμός που τον συνοδεύει ένα εκπληκτικό σε λογοτεχνικές και πολιτικές διαστάσεις σχόλιο, αλλά που αφήνει μια μικρή ηλιαχτίδα ελπίδας, γιατί στο «βάθος τ" ουρανού ο ήλιος είναι κόκκινος». Η ταινία διαιρείται σε δύο μέρη: Τα εύθραυστα χέρια και Τα κομμένα χέρια (εννοείται της επανάστασης) και συνοδεύεται από τον εύγλωττο υπότιτλο «Σκηνές από τον Τρίτο Παγκόσμιο Πόλεμο 1967-1977».

Στα Εύθραυστα χέρια ο Μαρκέρ συγκεντρώνει την προσοχή του στην περίπτωση Τσε Γκεβάρα και Βιετνάμ. Κεντρώνοντας τον προβληματισμό του πάνω στην φράση του Τσε «Η επανάσταση θα πετύχει όταν γίνουν σ' όλο τον κόσμο 20 Βιετνάμ», ανιχνεύει τη δυνατότητα δράσης ή όχι σήμερα ενός κινήματος των «γκουερίλλος» (αντάρτες πόλεων): Σε μια πολύωρη συνέντευξη με τον Κάστρο (στον οποίο ο Μαρκέρ έχει αφιερώσει πολλές ταινίες), αλλά και σε αποσπάσματα λόγων του από την εποχή της ψύχρανσης των σχέσεων του με τα ορθόδοξα κομουνιστικά κόμματα της Λατινικής Αμερικής, πληροφορούμαστε ότι «η Επανάσταση τότε μόνο μπορεί να πετύχει, όταν υπάρχει πλήρης αρμονία της πολιτικής καθοδήγησης και των γκουερίλλος». Οι απόψεις αυτές παρεμβάλλονται με μια συνέντευξη του γραμματέα του Κ.Κ. Βολιβίας που αναφέρεται στις έντονες διαφωνίες του με τον Τσε για την «αυθαίρετη- αντάρτικη δράση του στη Βολιβία. Ο Μαρκέρ διερευνά έτσι την άποψη ότι ίσως το Κ.Κ. Βολιβίας έπαιξε ρόλο στον αποκλεισμό του Τσε και το θάνατο του από τις κυβερνητικές δυνάμεις. Ύστερα από μερικά πολύ σημαντικά ντοκουμέντα για τα βασανιστήρια στο Βιετνάμ και τη γενοκτονία του άμαχου πληθυσμού, ο Μαρκέρ περνά σε μια ανάλυση του γαλλικού Μάη του '68. Δείχνει τις αντιθέσεις που υπήρχαν και υπάρχουν ανάμεσα στα εργατικά συνδικάτα και κλείνει με τα θλιβερά γεγονότα της Αβινιόν, όπου η υπερεπαναστατικότητα ορισμένων φοιτητικών ομάδων οδήγησε στον προπηλακισμό με τη φράση: -«Όπως και να 'χει το καλοκαίρι του '68 η Ιστορία δεν γραφόταν στην Αβινιόν, αλλά στην Πράγα», αλλά θα επανέλθει στο δεύτερο μέρος για την επέμβαση στην Τσεχοσλοβακία.

Ο Μαρκέρ συνδυάζει τη χρήση όλων των ειδών των ντοκουμέντων, που μπόρεσε να συλλέξει στη μακρόχρονη καριέρα του. Από τα καλογυρισμένα επίκαιρα ως το τηλεοπτικό υλικό και από τις νηφάλιες συνεντεύξεις ως τα φλου και με τρομερό κίνδυνο λαθραία γυρίσματα σε 8 χλστ. ή τις «κουνημένες» εικόνες του γαλλικού Μάη («Οι εικόνες άρχισαν να τρέμουν» λέει το σχόλιο). Οι αφηγητές είναι γνωστά πρόσωπα της φιλελεύθερης διανόησης (Σιμόν Σινιορέ, Υβ Μοντάν, Χορχέ Σεμπρούν κ.α.) και η παρουσία τους έχει μια καθαρά δραματουργική υπόσταση, δηλαδή δεν διαβάζουν απλώς ένα κείμενο, αλλά είναι ταυτισμένοι μαζί του.
http://www.cineek.gr

Le fond de l'air est rouge
Σκηνοθεσία: Chris Marker
Σενάριο: Chris Marker
Μουσική: Luciano Berio
Φωτογραφία: Pierre-William Glenn, Willy Kurant
Μοντάζ: Chris Marker
Παραγωγή: Γαλλία, 1977
Διάρκεια: 240’ / USA:180’


Εμφανίζονται:
Jim Broadbent .... Ομιλητής (φωνή)
Cyril Cusack .... Ομιλητής (φωνή)
Laurence Guvillier .... Αφήγηση (φωνή)
Davos Hanich .... Αφήγηση(φωνή)
François Maspero .... Αφήγηση (φωνή)

Yves Montand .... Αφήγηση (φωνή)
François Périer .... Αφήγηση (φωνή)
Sandra Scarnati .... Αφήγηση (φωνή)
Jorge Semprún .... Αφήγηση(φωνή)

Simone Signoret .... Αφήγηση (φωνή)

 
posted by ΕΛΜΕ Ν. Ηλείας at 11:33 PM | 0 comments
Saturday, November 04, 2006
Πέμπτη 9 Νοεμβρίου 2006, Κινηματογράφος Απόλλων, ώρα 9 μ.μ.

Ο 20χρονος Μπρούνο είναι ζευγάρι με την 18χρονη Σόνια. Είναι και οι δύο άνεργοι και ζουν με το επίδομα της Σόνια και με όσα κλέβει ο Μπρούνο και τα υπόλοιπα μέλη της συμμορίας του. Η Σόνια μένει έγκυος και ξαφνικά το νεαρό ζευγάρι βρίσκεται αντιμέτωπο με μία καινούργια πραγματικότητα. Πώς θα μπορέσει ο Μπρούνο να φερθεί ως πατέρας, ενώ ζει τόσο ανεύθυνα; Είναι θέμα χρόνου η νεανική του ανευθυνότητα να τον οδηγήσει στη λάθος απόφαση, τις συνέπειες της οποίας θα σταθεί αδύναμος να αντιμετωπίσει. Η Σόνια δεν θα του συγχωρήσει ποτέ αυτήν την λάθος κίνηση. Θα υπάρξει άραγε ελπίδα να διορθωθούν τα πράγματα;

«Η έμπνευση για την ταινία μας ήρθε κατά την διάρκεια των γυρισμάτων της προηγούμενής μας ταινίας Ο γιος. Ήμασταν στο Βέλγιο και κάθε μέρα, πρωί, μεσημέρι, βράδυ βλέπαμε μία κοπέλα να σπρώχνει ένα καρότσι με ένα νεογέννητο μωρό. Σκεφτόμουν συχνά αυτήν την κοπέλα, το καρότσι της, το μωρό που κοιμόταν και τον άνθρωπο που έλειπε: τον πατέρα του παιδιού. Η απουσία του πατέρα θα γινόταν η ιστορία μας...μία ιστορία αγάπης που είναι παράλληλα η ιστορία ενός πατέρα».
Ζαν Πιερ & Λικ Νταρντέν



Σκηνοθεσία: Jean-Pierre & Luc Dardenne
Σενάριο: Jean-Pierre & Luc Dardenne
Ήχος: Nicolas Becker, Benoît De Clerck, Jean-Pierre Duret, Thomas Gauder
Φωτογραφία: Alain Marcoen
Μοντάζ: Marie-Hélène Dozo
Παραγωγή: Γαλλία, 2005
Διάρκεια: 100’

Eρμηνείες:
Jérémie Renier .... Bruno
Déborah François .... Sonia
Jérémie Segard .... Steve
Fabrizio Rongione .... Νεαρός κακοποιός
Olivier Gourmet .... Αστυνομικός με πολιτικά
Mireille Bailly .... Μητέρα του Bruno
Anne Gerard .... Γυναίκα καταστηματάρχης (ως Anne Gérard)
Bernard Marbaix .... Καταστηματάρχης
Frédéric Bodson .... Μεγαλύτερος κακοποιός
Leon Michaux .... Αστυνομικός τμήματος (ως Léon Michaux)
Samuel De Ryck .... Thomas
Hachemi Haddad .... Επιστάτης
Olindo Bolzan .... Δεύτερος καταστηματάρχης
Sophie Leboutte .... Επιθεωρητής
Alao Kasongo .... Ρεσεψιονίστ νοσοκομείου
Jean-Michel Balthazar .... Μπάρμαν

L'Enfant Jean-Pierre & Luc Dardenne

Η καινούρια ταινία των αδελφών Νταρντέν που βραβεύτηκε με το Χρυσό Φοίνικα στο τελευταίο φεστιβάλ Καννών αποτελεί μία από τις καλύτερες μέχρι τώρα κινηματογραφικές επιλογές. Η ταινία είναι ουσιαστικά ένα ντοκιμαντέρ με στοιχεία μυθοπλασίας γεγονός που στοχεύει περισσότερο να σε προβληματίσει παρά να σε ψυχαγωγήσει. Το στόρι είναι το εξής: ο Μπρουνό, ένας πιτσιρικάς μικροκακοποιός, αποφασίζει να πουλήσει το μόλις εννιά ημερών παιδί του εν αγνοία της κοπελιάς του Σόνιας. Όταν ο Μπρουνό προσπαθεί να δικαιολογήσει στη Σόνια την πράξη του με το σκεπτικό ότι «ε, δεν βαριέσαι, θα κάνουμε κι άλλο», η Σόνια καταρρέει. Ορμώμενος από την αγάπη του για τη Σόνια και αψηφώντας τον κίνδυνο να μπλέξει με τα κυκλώματα αυτών που ασχολούνται με την αγοραπωλησία παιδιών, ξαναπαίρνει πίσω το μικρό Τζίμι, τον οποίο και παραδίδει στη Σόνια προκειμένου να ξανακερδίσει την αγάπη της. Η Σόνια ανένδοτη και ο Μπρουνό μπλεγμένος στον ιστό μεγαλοκακοποιών που προσπαθούν να τον κατασπαράξουν.

Παραμένει αναπάντητο το ερώτημα αν ο τίτλος της ταινίας αφορά στο μωράκι που πουλιέται και αγοράζεται ή στον Μπρουνό. Χωρίς δεύτερη σκέψη, χωρίς καν να αναλογιστεί τις συνέπειες της πράξης του στο συναισθηματικό έστω κόσμο της Σόνιας που υπεραγαπά, ο Μπρουνό αποφασίζει να πουλήσει το μωρό του για κάποιες χιλιάδες ευρώ. Τα πάντα πουλιούνται και τα πάντα αγοράζονται, όλα έχουν κάποια τιμή γιατί όχι και ένα νεογέννητο πλασματάκι. Το σύστημα στο οποίο ζούμε στηρίζεται αποκλειστικά στο χρήμα. Τα πάντα φιλτράρονται μέσα από αυτό, τα πάντα βασίζονται σε αυτό, τα πάντα καθορίζονται από αυτό. Είναι πολύ εύκολο να παρασυρθεί κανείς και να αρχίσει να τα βλέπει όλα με βάση την χρηματική τους αξία. Έτσι και ο Μπρουνό. Προκειμένου να βγάλει λεφτά και μάλιστα γρήγορα, δεν υπολογίζει καθόλου αντιδράσεις, συναισθηματικό αντίκτυπο ακόμα ακόμα και αυτούς με τους οποίους πάει να μπλέξει. Πράττει και καλείται μετά να επουλώσει τις όποιες πληγές να λύσει τα προβλήματα που ανακύπτουν. Και εκεί είναι το μεγάλο στοίχημα. Θα τα καταφέρει ή θα έχει χάσει τα πάντα μαζί με το παιδί του.

Οι αδελφοί Νταρντέν δίνουν μία άρτια ταινία. Με πολύ λίγα μέσα (ντοκιμαντερίστικη γραφή χωρίς καθόλου μουσική υπόκρουση) καταφέρουν να αποδώσουν τα μέγιστα.
(Δέσποινα Καβουσανάκη)
 
posted by ΕΛΜΕ Ν. Ηλείας at 9:56 AM | 1 comments
Πέμπτη 2 Νοεμβρίου, Κινηματογράφος Απόλλων, ώρα 9 μ.μ

Σε μια παραθαλάσσια πόλη της Iσπανίας στα τέλη της δεκαετίας του ‘90, ένα ναυπηγείο κλείνει και απολύει διακόσιους εργάτες. Mια παρέα απολυμένοι άνεργοι περνούν τις μέρες τους στις ουρές του ταμείου ανεργίας και στα γραφεία “ευρέσεως εργασίας”. Mοναδική τους “διασκέδαση” κάθε βράδυ μερικές μπύρες στο μπαράκι που άνοιξε με τα λεφτά της “πρόωρης συνταξιοδότησης” ένας πρώην συνάδελφός τους στο ναυπηγείο. Πάνω τους βαραίνουν οι πιέσεις της καθημερινής επιβίωσης. Iσπανία παραμονές του 21ου αιώνα. H ανεργία γύρω στο 20%.

Σ’ αυτό το φόντο ξετυλίγεται η πολύ καλή ταινία του Φερνάντο Λεόν ντε Aρανόα. Aπό τις πρώτες σκηνές σε καθηλώνει με τη δύναμή της. Eνώ πέφτουν οι τίτλοι με την υπόκρουση απαλής μουσικής, οι θεατές γίνονται μάρτυρες μιας άγριας σύγκρουσης ανάμεσα στους εργάτες που έχουν καταλάβει το ναυπηγείο και στα ισπανικά MAT. Όλο το λιμάνι πλημμυρισμένο από τα δακρυγόνα και τους καπνούς από τα καμένα λάστιχα που οι απεργοί έστησαν για οδοφράγματα. Oι τοίχοι γεμάτοι συνθήματα: “τα ναυπηγεία παλεύουν”, “εργάτες ενωμένοι ποτέ νικημένοι”.

H επόμενη σκηνή στο φέρρυ μποτ που μεταφέρει κόσμο από τη μια άκρη της πόλης στην άλλη. Eίναι το ίδιο που χρησιμοποιούσαν οι εργάτες για να πάνε κάθε μέρα στο ναυπηγείο. Tο πλοίο έχει μεγαλοπρεπές όνομα, “Aρχόντισα Iσπανία”, αλλά δεν μεταφέρει άρχοντες αλλά άνεργους. H μάχη στα ναυπηγεία χάθηκε, τώρα τέσσερις φίλοι, παλιοί συνάδελφοι, το παίρνουν κάθε μέρα για να πάνε να ψάξουν για δουλειά. Δεν πληρώνουν εισιτήριο, ο ελεγκτής είναι πρώην συνάδελφός τους, κάνει τα στραβά μάτια.

Σκηνοθεσία: Fernando León de Aranoa

Σενάριο: Ignacio del Moral, Fernando León de Aranoa

Μουσική: Nacho Canut, Carlos García Berlanga, Lucio Godoy

Φωτογραφία: Alfredo F. Mayo

Μοντάζ: Nacho Ruiz Capillas

Παραγωγή: Ισπανία/Γαλλία/Ιταλία, 2002

Διάρκεια: 113’

Eρμηνείες:

Luis Tosar .... José

José Ángel Egido .... Lino

Nieve de Medina .... Ana

Enrique Villén .... Reina

Celso Bugallo .... Amador

Joaquín Climent .... Rico

Aida Folch .... Nata

Serge Riaboukine .... Serguei

Laura Domínguez .... Ángela

Pepo Oliva .... Samuel

Fernando Tejero .... Lázaro

Andrés Lima .... Abogado

César Cambeiro .... Fiscal

Antonio Durán 'Morris' .... Διευθυντής τράπεζας

Los Lunas al Sol

Fernando León de Aranoa

Tο πρόβλημα της ανεργίας προσφέρεται για να σκηνοθετήσει κανείς μια καταθλιπτική ταινία. Oμως, ο Aρανόα καταφέρνει να στήσει ένα φιλμ έντονα πολιτικό. Oι ήρωές του είναι θλιμένοι, αλλά μέσα από το γλυκόπικρο χιούμορ τους, βγαίνουν αλήθειες και αιχμηρή κριτική για το σύστημα που τους έχει σπρώξει στη φτώχεια και την ανεργία.

“Mη μου ξαναπείτε το ίδιο παραμύθι ότι φταίνε οι Kορεάτες με τα φτηνά ναυπηγεία τους που μας απολύσανε”, λέει σε ένα ξεσπασμά του ο Σάντα. “Φταίνε τα αφεντικά που προτιμούν να φτιάξουν παραθαλάσσιες βίλες για τους πλούσιους για να τα κονομήσουν πιο γρήγορα”.

“Δεν μας νίκησαν αυτοί, εμείς χάσαμε. Oσο είμασταν ενωμένοι δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα. Mετά, πήραν κάποιοι τις πρώτες αποζημιώσεις, χωριστήκαμε, γίναμε λιγότεροι, χάσαμε”.

Eνωμένοι! Aυτή είναι η κραυγή της ταινίας. “Oι εργάτες είναι σαν τα σιαμαία δίδυμα”, λέει μεθυσμένος ο πιο ηλικιωμένος από την παρέα, ο Aμαδόρ. “Aκόμα και όταν τα κεφάλια τους δεν σκέφτονται το ίδιο, πέφτουν και σηκώνονται μαζί, δεν μπορούν να κάνουν αλλιώς αυτή είναι η μοίρα μας”.

Mαζί παλεύουν να διατηρήσουν την αξιοπρέπειά τους. O Λίνο που βάφει τα μαλιά του για να φαίνεται πιο νέος και να τον πάρουν σε κάποια δουλιά, αλλά τελικά σηκώνεται και φεύγει όταν ακούει να φωνάζουν το όνομά του για συνέντευξη. O Xοσέ που ζητάει από την γυναίκα του, εργάτρια σε συσκευασία ψαριών, να μη ντρέπεται για την ψαρίλα γιατί “η μυρωδιά της γοργόνας είναι η ομορφότερη”. O μετανάστης από τη Pωσία που ανακαλύπτει τι σημαίνει αγορά: “Tο χειρότερο δεν είναι πως ήταν ψέμματα αυτά που μας έλεγαν για το τι είναι κομμουνισμός, είναι ότι ήταν αλήθεια το τι είναι καπιταλισμός”. Kαι ο Σάντα που αρνείται πεισματικά να πληρώσει ένα μικρό πρόστιμο για μια λάμπα που έσπασε στη διάρκεια των απεργιακών συγκρούσεων με την αστυνομία - και όταν αναγκάζεται τελικά να το πληρώσει πηγαίνει ξημερώματα στο έρημο ναυπηγείο και την ξανασπάει.

H ταινία θυμίζει από πολλές πλευρές τα φιλμ του αριστερού βρετανού σκηνοθέτη Kεν Λόουτς. Oι ήρωές της είναι η εργατική τάξη, οι απολυμένοι μεταλλεργάτες, η πωλήτρια στο σούπερ μάρκετ, ο εισπράχτορας στο φέρυ, η μαθήτρια που κάνει την μπέιμπι σίτερ, ο μετανάστης, η εργάτρια που περνάει οκτάωρο μέσα στις ψαροκασέλες. Eίναι οι αληθινοί απλοί άνθρωποι που ονειρεύονται, που παλεύουν, που απογοητεύονται, που ενθουσιάζονται, που ερωτεύονται, που νοιάζονται ο ένας τον άλλο, που “πέφτουν και σηκώνονται μαζί, σαν τους σιαμαίους”.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι σκηνοθέτες σαν τον Aρανόα έχουν επηρεαστεί από το νέο κίνημα που έχει σηκώσει κεφάλι και στην Iσπανία. Iσως ακόμα όχι τόσο ώστε να είναι εμφανής η παρουσία της νέας προοπτικής των αγώνων στην ταινία. Aλλά αρκετά για να δείξει ότι το σύστημα του κέρδους καταστρέφει τις ζωές μας.

(Κώστας Πίττας)

 
posted by ΕΛΜΕ Ν. Ηλείας at 9:47 AM | 0 comments